Explain pain

PAIN NEUROSCIENCE EDUCATION

Ο χρόνιος μυοσκελετικός πόνος (ΧΜΠ) προσβάλει περίπου το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού και θεωρείται πλέον μία ξεχωριστή ‘νόσος’ με σοβαρό αντίκτυπο στο παγκόσμιο σύστημα υγείας.

Παρόλη την τεχνολογική πρόοδο των απεικονιστικών εξετάσεων, την βελτίωση των χειρουργικών τεχνικών και την εξέλιξη των φαρμακευτικών ουσιών, ο χρόνιος- επίμονος πόνος δεν έχει αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά (Deyo et al. 2009).

Η εκπαίδευση του ασθενή ως αναφορά την νευροφυσιολογία του πόνου (Pain Neuroscience Education) αποτελεί μία σύγχρονη, εξειδικευμένη και πρωτοπόρα φυσικοθεραπευτική παρέμβαση και γίνεται με απλό και κατανοητό τρόπο (με παραδείγματα, παρομοιώσεις, μεταφορές, εικόνες, βίντεο).

Στόχος αυτής της παρέμβασης είναι ο επαναπροσδιορισμός του πόνου ως μίας αίσθησης δυσάρεστης μεν, λιγότερο απειλητικής δε. (Watson et al 2019).

Το να μαθαίνουμε για τον πόνο είναι θεραπεία διότι όταν καταλαβαίνεις γιατί πονάς, πονάς λιγότερο (Moseley, Butlet NOI-group).

Ο πόνος επηρεάζεται σε διάφορους βαθμούς από βιολογικούς, ψυχολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες (Βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο του πόνου).

PAIN NEUROSCIENCE EDUCATION

Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την παραδοσιακή βιοϊατρική θεώρηση και ερμηνεία του πόνου καθώς και με το 'δυϊστικό' καρτεσιανό μοντέλο. (Descartes)

Η διαχείριση του χρόνιου πόνου πρέπει να λαμβάνει υπόψιν το βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο του πόνου και να είναι σχεδιασμένη ώστε να προσφέρει μία πολυδιάστατη και πολυδύναμη προσέγγιση που περιλαμβάνει:
➢ την εκπαίδευση στην νευροφυσιολογία του πόνου (PNE),
➢ την στοχευμένη θεραπευτική άσκηση (clinical pilates, medical exercise therapy) ➢ την διαχείριση του στρες,
➢ την υγιεινή διατροφή
➢ και τον ποιοτικό ύπνο
(Jo Nijs et al 2019).

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΟΝΙΟ ΜΥΟΣΚΕΛΕΤΙΚΟ ΠΟΝΟ

Χρόνιος πόνος λέγεται ο πόνος που διαρκεί πάνω από 3-6 μήνες αν και αυτό δεν είναι εντελώς απόλυτο. Ίσως πιο σωστό θα ήταν να λέγαμε ότι χρόνιος είναι ο πόνος που διαρκεί περισσότερο από το αναμενόμενο για μία συγκεκριμένη παθολογία ή τραυματισμό. Για παράδειγμα η φυσική πορεία μιας οσφυαλγίας είναι το μέγιστο 3-4 εβδομάδες.


Ο χρόνιος πόνος μπορεί να εκδηλώνεται χωρίς να υφίσταται πλέον οργανική ή βιολογική βλάβη, δηλαδή η βλάβη στον ιστό που προκάλεσε τον αρχικό πόνο να έχει επουλωθεί ή εκλείψει (π.χ. η φλεγμονή ενός νεύρου).Παρόλα αυτά η δυσάρεστη αίσθηση του πόνου παραμένει εκεί γιατί, για κάποιους λόγους που θα εξηγήσουμε παρακάτω, ο εγκέφαλος παραμένει σε μία κατάσταση ‘συναγερμού’.

Κατάθλιψη, άγχος, αϋπνία, ευερεθιστότητα, αίσθημα παλμών , εύκολη κόπωση και αδυναμία είναι όλα συμπτώματα που μπορεί να συνοδεύουν μια εκδήλωση χρόνιου πόνου και να συμπληρώνουν το παζλ μιας σύνθετης νόσου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι σύγχρονες τεχνικές χαρτογράφησης του εγκεφάλου με λειτουργική μαγνητική τομογραφία, έχουν δείξει ότι ο πόνος προκαλεί συγκεκριμένες αλλαγές στον εγκέφαλο. Οι επιστήμονες μπορούν πλέον να ανιχνεύσουν αλλαγές που ο χρόνιος πόνος έχει προκαλέσει σε διάφορα σημεία του εγκεφάλου, αλλά και να δουν τις αλλαγές που σχετίζονται με συναισθηματικές ζώνες του εγκεφάλου.

Το νευρικό σύστημα παρουσιάζει ευπλαστικότητα. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να αλλάζει και να μορφοποιείται ανάλογα με τα ερεθίσματα που δέχεται, είτε προς το καλύτερο, είτε προς το χειρότερο για τον άνθρωπο. Και αυτό είναι που συμβαίνει ουσιαστικά στον χρόνιο πόνο. Η συνεχής είσοδος των ερεθισμάτων σε περιοχές του εγκεφάλου δημιουργεί αλλαγές στη λειτουργία και στην έκφραση διαφόρων νευρωνικών κυκλωμάτων που πλέον αντιδρούν θεωρώντας ότι ο οργανισμός βρίσκεται σε κίνδυνο και άρα καταλήγουν να ερμηνεύουν ήπια ερεθίσματα του εξωτερικού ή εσωτερικού περιβάλλοντος ως πόνο.

Βιοψυχοκοινωνικά χαρακτηριστικά

Ο πόνος είναι μία καθαρά υποκειμενική αίσθηση. Ο κάθε άνθρωπος μπορεί να βιώνει τον πόνο με εντελώς διαφορετικό τρόπο (ακόμα και αν το πρόβλημα είναι το ίδιο θεωρητικά).

Υπάρχουν πολυποίκιλοι παράγοντες που επηρεάζουν το πως θα βιώσει και πως θα αντιδράσει ο κάθε άνθρωπος στον πόνο. Οι ατομικές πεποιθήσεις και αντιλήψεις, η προσωπικότητα, ο χαρακτήρας, τα πιστεύω, οι προηγούμενες εμπειρίες πόνου, οι συνθήκες ζωής, οι συνθήκες τη στιγμή που θα συμβεί το τραύμα , τα ψυχογενή του χαρακτηριστικά (π.χ. κατάθλιψη, πεσιμισμός, άγχος, ψυχώσεις) αλλά και χαρακτηριστικά που αφορούν κοινωνικές και εργασιακές συνθήκες του ασθενούς, επηρεάζουν τη συναισθηματική και λεκτική του αντίδραση στα ερεθίσματα του πόνου.

Ο πόνος είναι ένα σύστημα συναγερμού του οργανισμού ο οποίος έχει επιλεγεί από τη φύση ως μία πρώιμη ένδειξη παθολογίας. Μπορεί να είναι ένα δυσάρεστο μεν αίσθημα, αλλά αποτελεί και ένα σήμα στον εγκέφαλο ότι το σώμα κινδυνεύει ή δέχεται απειλή. Υπό αυτήν την έννοια λοιπόν, ο πόνος έχει έναν προστατευτικό χαρακτήρα, απαραίτητο για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι άτομα που δεν νιώθουν πόνο γιατί πάσχουν από μία σπάνια νόσο η οποία εκδηλώνεται με απουσία αισθητικών υποδοχέων, δεν επιβιώνουν πάνω από 13-15 χρόνια, ενώ στο σύντομο χρονικό διάστημα που ζουν έχουν υποστεί πάμπολλους τραυματισμούς και κακώσεις, ακόμα και ακρωτηριασμούς.

Το πρόβλημα δημιουργείται όταν ο εγκέφαλος παραμένει σε κατάσταση ‘συναγερμού’ και θεωρεί ότι υφίσταται απειλή, χωρίς αυτή να υπάρχει στην πραγματικότητα.

Ο φόβος για κίνηση και ο τρόπος ζωής σε σχέση με τον χρόνιο πόνο

Ο φόβος για κίνηση σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την εμπειρία του πόνου και την χρονιότητα αυτού. Συχνά, ως φυσικοθεραπευτές ενθαρρύνουμε τους ασθενείς μας να προφυλάσσουν το σώμα τους (π.χ. τη μέση τους) προσέχοντας να μη κάνουν απότομες ή λάθος κινήσεις που τους έχουν προκαλέσει πόνο στο παρελθόν, έτσι ώστε να μη ξανατραυματιστούν. Ταυτόχρονα όμως συνιστούμε να μείνουν ενεργοί και δραστήριοι και να αποφεύγουν μακροχρόνια απουσία από την εργασία τους ενώ σταδιακά προσπαθούμε να τους εκπαιδεύσουμε στην ανώδυνη εκτέλεση των κινήσεων που παλαιότερα προκαλούσαν πόνο.


Ασθενείς, όμως, που υπερβάλλουν ως αναφορά την έκφραση του πόνου, καταστροφολογούν, φοβούνται να κινηθούν ή να σηκωθούν από το κρεβάτι χωρίς να υπάρχει σοβαρός λόγος, απουσιάζουν από την εργασία τους για μεγάλο χρονικό διάστημα και γενικά αρνούνται ή φοβούνται να παραμείνουν δραστήριοι και ενεργοί για μεγάλο χρονικό διάστημα, τελικά δεν καταφέρνουν να απαλλαγούν από τον πόνο που τους ταλανίζει. Ο φόβος για κίνηση που βιώνουν αυτοί οι ασθενείς είναι συνήθως αποτέλεσμα λανθασμένων αντιλήψεων, όπως για παράδειγμα η πεποίθηση ότι η μέση μου είναι εύθραυστη ή ότι ο δίσκος μου θα σπάσει επειδή μου είπανε ότι έχω δισκοκήλη.

Όμως, πλέον είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι οι αλλαγές που βλέπουμε στις μαγνητικές ή στις ακτινογραφίες δεν είναι προγνωστικές της σοβαρότητας μίας μυοσκελετικής πάθησης και ότι μεγάλο ποσοστό ανθρώπων διαφόρων ηλικιών, ακόμα και νέων, παρουσιάζει εκφυλιστικές ή δομικές αλλοιώσεις στις απεικονιστικές του εξετάσεις χωρίς να εμφανίζει τον παραμικρό πόνο.

Άρα λοιπόν, στην περίπτωση αυτή, οι αλλαγές θεωρούνται απλά φυσιολογικές φθορές του οργανισμού με μάλλον ελάχιστη κλινική αξία.

Με άλλα λόγια , γνωρίζουμε πλέον ότι ΔΕΝ ΠΟΝΑΕΙ Η ΜΑΓΝΗΤΙΚΗ ΑΛΛΑ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤ’ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΔΕΝ ΘΕΡΑΠΕΥΟΥΜΕ ΜΑΓΝΗΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ.

Εν κατακλείδι, ο φόβος για κίνηση πιστεύεται ότι ευθύνεται για την ανάπτυξη κινητικής δυσλειτουργίας και μυϊκής αδυναμίας, παράγοντες που σχετίζονται άμεσα με τη χρονιότητα του πόνου.

Επίσης, ο τρόπος ζωής του ατόμου όπως η φυσική δραστηριότητα και η άσκηση, το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ, οι διαιτολογικές συνήθειες που οδηγούν σε παχυσαρκία, η ποιότητα του ύπνου κ.α. σχετίζονται με τον χρόνιο πόνο.